παγκάρι

παγκάρι
το
(υποκορ. του πάγκος, λ. ιταλ.), το τραπέζι του ναού όπου πουλιέται το κερί.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • παγκάρι — το (Μ παγκάριον) [πάγκος] εκκλησιαστικό έπιπλο που μοιάζει με τραπέζι, είναι τοποθετημένο συνήθως δεξιά τής δυτικής εισόδου και χρησιμεύει για την πώληση κεριών …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Ζακύνθου — Το Μουσείο Ζακύνθου (πλατεία Σολωμού) θεωρείται από πολλούς ιστορικούς της τέχνης ένα από τα σημαντικότερα της Ελλάδας, για ένα βασικό κυρίως λόγο: Μέσα από τα περίπου 600 εκθέματά του μπορεί κανείς να παρακολουθήσει πιο καθαρά απ’ ό,τι σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”